ΑΡΘΡΟ
Της Χαράς Κεφαλίδου
Βουλευτού Κινήματος Αλλαγής Ν. Δράμας
Όταν, στις πρόσφατες ευρωπαϊκές και αυτοδιοικητικές εκλογές, ο χάρτης βάφτηκε μπλε, κάποιοι λίγοι πανηγύρισαν με την αδρεναλίνη της εκδίκησης να τους πλημμυρίζει, ενώ κάποιοι άλλοι λίγοι χτυπήθηκαν από τη μελαγχολία της παραγνωρισμένης ιδιοφυΐας. Οι πολλοί, που ασφυκτιούσαν κρατώντας τη φωνή και την ανάσα τους τεσσεράμισι χρόνια, ένιωσαν ανακούφιση και δικαίωση.
Για την κυβέρνηση το παιχνίδι είχε χαθεί πριν καν ξεκινήσει: οι πολίτες δεν πήγαν στις κάλπες για επιδόματα, παροχές και διορισμούς, αλλά για να δώσουν τον λογαριασμό. Όσο κι αν είναι η τσέπη που μετράει, οι τσέπες συνήθως πάνε σε ζευγάρια. Κι αν στη μία μπαίνουν κουτσουρεμένα επιδόματα και γιαλαντζί συντάξεις, από την άλλη βγαίνουν πολύ περισσότερα και πολύ σημαντικότερα: αβάσταχτοι φόροι, καθεστωτική νοοτροπία, αυθαιρεσία, καταρράκωση θεσμών, εκτροπές, αλαζονεία, υποκρισία, ψέματα ― και πολλά άλλα.
Το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών σηματοδοτεί την απαίτηση της επιστροφής στον πολιτικό πολιτισμό ― αυτό ήταν το πρωταρχικό ζητούμενο των πολιτών. Οι πολίτες οριοθέτησαν την αξιοπρέπειά τους με μια πολύ ευδιάκριτη γραμμή, φώναξαν ένα ηχηρό «ως εδώ!». Τώρα υπάρχει χώρος για ιδεολογικές αντιπαραθέσεις, για πολιτικές διαφορές και διάλογο.
Αυτά έγιναν και αφορούν το «Χθες» που δεν αλλάζει. Εκείνο που μένει ανοιχτό είναι το «Αύριο», καθενός μας και της χώρας, και το διαμορφώνουν ένας ένας οι πολίτες: μόλις ο μικρός, ίδιος για όλους, φάκελος πέσει στην κάλπη των εθνικών εκλογών, εκείνη τη στιγμή αποκτά υπόσταση η έννοια της ισότητας, για την οποία τόσος λόγος έχει γίνει και τόσο μελάνι έχει ξοδευτεί.
Ο λαός έβγαλε το άχτι του για όσα υποχρεώθηκε να καταπιεί. Τώρα είναι ώρα ο θυμός, η οργή και η αγανάκτηση να κάνουν στην άκρη. Είναι ώρα περίσκεψης, ωριμότητας και λογικής.
Στις 7 Ιουλίου δεν ψηφίζουμε για να τιμωρήσουμε. Δεν ψηφίζουμε τον ωραίο τύπο, που μοιάζει του κολλητού που θα θέλαμε να έχουμε, για να μοιραστούμε την ταβέρνα, τον καφέ, την εκδρομή. Ψηφίζουμε για το μέλλον μας, για τον προσανατολισμό της χώρας, για την προστασία και την αναβάθμιση των θεσμών της Δημοκρατίας. Ψηφίζουμε για τον λόγο και τον αντίλογο.
Όσο δύσκολο κι αν είναι να το πιστέψει κανείς, το μέλλον κρύβεται σε ένα διπλωμένο χαρτί και κρίνεται μέσα σε ένα λεπτό πίσω από το παραβάν. Δεν μας παίρνει να είμαστε απρόσεκτοι.
Αυτό το σύντομο λεπτό πίσω από το παραβάν, που μοιάζει με όλα τα άλλα λεπτά κάθε συνηθισμένης μέρας, που μας ξεβολεύει κυριακάτικα και μας στερεί τη βόλτα στην παραλία, το τάβλι στη βεράντα, το τσίπουρο κάτω από τον πλάτανο, αυτό το λεπτό θα καθορίσει τους φόρους που θα πληρώσουμε, το αν θα έχουμε δουλειά, αν θα μείνουμε Ελλάδα, το αν και πόσα παιδιά θα κάνουμε, αν θα επενδύσουμε σε μια νέα δραστηριότητα, το πού θα σπουδάσουν τα παιδιά μας, το πώς θα φροντίσουμε την υγεία μας και των δικών μας ανθρώπων.
Σε αυτό το λεπτό θα κριθεί αν θα μπορούμε να ζούμε και να κυκλοφορούμε με ασφάλεια, πώς και πόσο θα συμμετέχουμε σε όσα γίνονται μέσα και έξω από την πόρτα του σπιτιού μας για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Ίσως για πολύ περισσότερο, γιατί κάθε πράξη ή παράλειψη μιας κυβέρνησης αθροίζεται σε αυτό που σήμερα λέμε «Μέλλον» και συνεπώς το συνδιαμορφώνει με το αποτύπωμά του. Έτσι χτίζεται, ψήφο -ψήφο, η ιστορία κάθε τόπου.
Τα μεγάλα πράγματα, τα καθοριστικά, τη στιγμή που γίνονται, δεν διαφέρουν σε τίποτε από όλα τα υπόλοιπα, τα συνηθισμένα. Η ξεχωριστή σημασία τους φαίνεται σε δεύτερο χρόνο. Η όποια κατοπινή επέμβαση μπορεί να διορθώσει, μπορεί να καταργήσει, αλλά δεν μπορεί να ξεγράψει ό,τι έγινε, σαν να μην έγινε ποτέ.
Στις 7 Ιουλίου καλούμαστε όλοι να συμμετέχουμε στη διαμόρφωση ενός τόσο σπουδαίου και σοβαρού πράγματος, του «Αύριο». Άδηλου, αλλά, ταυτόχρονα, μοιραία χειροπιαστού. Μέχρι να γίνουμε μια σύγχρονη χώρα, όπου οι εκλογές δεν θα μας ξεβολεύουν και θα μπορούμε να ψηφίζουμε από το κινητό μας σε όποιο μέρος του πλανήτη κι αν βρισκόμαστε, το καλοκαίρι, η θάλασσα, το τάβλι και τα τσίπουρα μπορούν να περιμένουν. Η Κυριακή 7 Ιουλίου δεν είναι σαν όλες τις άλλες. Την Κυριακή 7 Ιουλίου έχουμε πιο σημαντικά πράγματα να κάνουμε.
*Το άρθρο της κ. Κεφαλίδου δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»