ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ ΠΤΥΧΕΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΙ ΒΕΛΤΙΩΣΗΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΤΟΥ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΔΙΑΝΕΟΣΙΣ ΦΑΙΗ ΜΑΚΑΝΤΑΣΗ
- «Έχουν μειωθεί οι γεννήσεις κυρίως επειδή έχει αλλάξει το πρότυπο ζωής μας… Το παιδί πια είναι για να κάνει τσεκ στη λίστα της αυτοπραγμάτωσης. Παλιά χρειαζόταν για να υπάρχουν εργατικά χέρια στα χωράφια»
- «Τα 2,1 παιδιά είναι ο κρίσιμος αριθμός, είναι το όριο αναπλήρωσης των γενιών»
- «Από το 2015 μέχρι το 2050, θα πρέπει να ενσωματώσουμε 750.000 μετανάστες. Αυτό σημαίνει 30.000 μετανάστες τον χρόνο. Όταν εννοούμε μετανάστευση, δεν λέμε μόνο τους αλλοδαπούς. Φυσικά και κυρίως λέμε και για τους Έλληνες που έφυγαν κατά τη διάρκεια της κρίσης»
- «Οι τρίτεκνοι θα πρέπει να εξισωθούν με τους πολύτεκνους»
Μία από τις ομιλήτριες στην ημερίδα για το Δημογραφικό (περισσότερα ΕΔΩ), η οποία πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 17 Μαΐου 2025 στη Δράμα, ήταν η κ. Φαίη Μακαντάση, Διευθύντρια Ερευνών του ερευνητικού οργανισμού διαΝΕΟσις. Η κ. Μακαντάση, σε δηλώσεις της στα τοπικά Μ.Μ.Ε., παρουσίασε σημαντικές πτυχές του Δημογραφικού προβλήματος, παραθέτοντας αριθμητικά δεδομένα και ενδιαφέροντα στοιχεία, ενώ παράλληλα μίλησε και για τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να βελτιωθεί η κατάσταση.
Σχετικά με το διαΝΕΟσις, η κ. Μακαντάση είπε ότι το Δημογραφικό βρίσκεται «πολύ υψηλά στην ερευνητική ατζέντα», προσθέτοντας ότι «προσπαθούμε με εμπεριστατωμένα στοιχεία, αλλά παράλληλα και με μια εκλαΐκευση όλων αυτών των επιστημονικών ευρημάτων να τα βάζουμε στον δημόσιο διάλογο, προσπαθώντας μέσω των μελετών, οι οποίες καταλήγουν σε προτάσεις πολιτικής, να επηρεάζουμε τους ιθύνοντες χάραξης πολιτικής». Ως ένα τέτοιο παράδειγμα ανέφερε τις Νταντάδες της Γειτονιάς.
«Την τελευταία δεκαετία είμαστε και κάτω από την ακραία χαμηλή γονιμότητα»
Όσον αφορά το Δημογραφικό, η κ. Μακαντάση επεσήμανε: «Το Δημογραφικό πλέον νομίζω ότι έχουμε αντιληφθεί άπαντες ότι είναι μια βραδυφλεγής βόμβα στα θεμέλια της ελληνικής οικονομίας – κοινωνίας, γιατί έχει πάρα πολλές προεκτάσεις. Από τα γεωπολιτικά, την ασφάλεια, την άμυνα, τις εκπαιδευτικές πολιτικές, πόσα σχολεία να φτιάξεις, πόσους δασκάλους θα πρέπει να απασχολήσεις, όταν ξέρεις ότι θα μειωθεί μέχρι το 2050 ο σχολικός πληθυσμός ηλικίας 15 με 19, που αφορά και τις δύο βαθμίδες εκπαίδευσης, κατά 25%».
Ακόμη, η κ. Μακαντάση επεσήμανε: «Νομίζω ότι το κρίσιμο είναι να πει κανείς ότι το Δημογραφικό είναι ένα ζήτημα το οποίο δεν επιλύεται, γιατί θα έπρεπε να έχουμε πάρει μέτρα 30 χρόνια πριν. Αν κοιτάξει κανείς και τον διαγενεακό δείκτη γονιμότητας, θα δει από τη γενιά του 1960 έχει ξεκινήσει μια απρόσκοπτη μείωση των γεννήσεων, που είναι η μία δημογραφική συνιστώσα. Η άλλη είναι οι θάνατοι και η μετανάστευση. Οπότε θα δει ότι δεν ευθύνονται οι νέες γενιές που δεν γεννάνε. Είμαστε κάτω από τη γενιά του ’60. Κάτω από τα 2,1 παιδιά που είναι ο κρίσιμος αριθμός, είναι το όριο αναπλήρωσης των γενιών. 2,1 παιδιά ανά γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας. Τα τελευταία χρόνια, την τελευταία δεκαετία είμαστε και κάτω από την ακραία χαμηλή γονιμότητα. Το 1,3 παιδιά ανά γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας. Σημαίνει ότι ο πληθυσμός μιας χώρας μειώνεται στο μισό, αν δεν αλλάξει το προσδόκιμο ζωής και η μετανάστευση».
Επίσης, η κ. Μακαντάση σημείωσε: «Όλες οι δημογραφικές προβολές για το 2050 δείχνουν ότι στο αισιόδοξο σενάριο θα είμαστε 10 εκ. Δηλαδή σίγουρα θα είμαστε λιγότεροι. Πώς μπορούμε να είμαστε αυτά τα 10 εκ.; Πάμε στην άλλη δημογραφική συνιστώσα που είναι η μετανάστευση. Αν το δει κανείς από το 2015 μέχρι το 2050, θα πρέπει να ενσωματώσουμε 750.000 μετανάστες. Αυτό σημαίνει 30.000 μετανάστες τον χρόνο. Όταν εννοούμε μετανάστευση, δεν λέμε μόνο τους αλλοδαπούς. Φυσικά και κυρίως λέμε και για τους Έλληνες που έφυγαν κατά τη διάρκεια της κρίσης, που σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και της EUROSTAT είναι στους 650.000 και λένε ότι έχουν επιστρέψει λίγο πάνω από το 1/3».
«Ό,τι μέτρα πάρουμε τώρα, θα έχουν απόδοση τουλάχιστον μεσομακροπρόθεσμα»
Για το αν μπορεί να αλλάξει η κατάσταση, η κ. Μακαντάση είπε: «Ό,τι μέτρα πάρουμε τώρα, θα έχουν απόδοση τουλάχιστον μεσομακροπρόθεσμα. Για παράδειγμα, τις γεννήσεις δεν μπορούμε να τις επηρεάσουμε. Για να πάμε από το 1,3 στο 2,1 δεν γίνεται. Κατ’ αρχήν όλη η Ευρώπη είναι κάτω από το 2,1. Καλύτερα βέβαια τα πηγαίνει η Σουηδία και η Γαλλία. Είναι στο 1,9 και 1,8 περίπου. Προφανώς η επιδοματική πολιτική, τύπου να δώσω 2.000 για τη γέννα ενός παιδιού, δεν παίζει κανένα ρόλο. Ένα πλέγμα όμως διευκολύνσεων και επιδοματικών πολιτικών προφανώς χρειάζεται, αλλά το κύριο και αυτό που έχει παρατηρηθεί με βάση τις σύγχρονες τάσεις στην οικογενειακή πολιτική, είναι η σκανδιναβοποίηση, για αυτό είπα για τη Σουηδία. Σημαίνει ότι χρειάζονται γενναιόδωρες άδειες και στους δύο γονείς, με ευέλικτες μορφές εργασίας και το πιο σημαντικό είναι η επένδυση στην προσχολική αγωγή, σε βρεφονηπιακούς σταθμούς οι οποίοι δεν θα είναι απλά να πάμε να “παρκάρουμε” το παιδιά μας, αλλά επειδή χτίζονται οι δεξιότητες από την προσχολική αγωγή, τις οποίες ψάχνουμε, γιατί είμαστε και οι προτελευταίοι στον ευρωπαϊκό δείκτη δεξιοτήτων ως χώρα. Τις ψάχνουμε εννοώ στο ενήλικο εργατικό μας δυναμικό. Άρα είναι πολύ σημαντικό να επενδύσει κανείς στην προσχολική αγωγή στην Ελλάδα. Δηλαδή στα παιδιά ηλικίας 0-4. Επίσης η άλλη τάση, εκτός από τη σκανδιναβοποίηση, είναι το τέλος του ματερναλισμού. Σημαίνει ότι χρειάζεται η ενεργή συμμετοχή του πατέρα στην ανατροφή των παιδιών, γιατί –και ως χώρα το έχουμε πολύ μεγάλη ανάγκη- όπως δείχνουν όλοι οι δείκτες το εργατικό δυναμικό μας συρρικνώνεται. Αν δεν αυξήσουμε την παραγωγικότητα, οπότε να χρειαζόμαστε λιγότερα εργατικά χέρια και αυτό μας το δίνει η καινοτομία και η τεχνολογική ανάπτυξη, αυτό σημαίνει πρακτικά ότι πρέπει να διευρύνουμε τη δεξαμενή αυτού του εργατικού δυναμικού. Επειδή είμαστε δύο θέσεις πριν το τέλος στη συμμετοχή γυναικών στην αγορά εργασίας, πρέπει να ενισχυθεί η συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας και είναι μύθος ότι όταν η γυναίκα εργάζεται, δεν κάνει παιδιά. Έχουν μειωθεί οι γεννήσεις κυρίως –και το βλέπουμε σε όλο τον σύγχρονο δυτικό κόσμο- επειδή έχει αλλάξει το πρότυπο ζωής μας. Δηλαδή το πολιτιστικό πρότυπο ζωής. Το παιδί πια είναι για να κάνει τσεκ στη λίστα της αυτοπραγμάτωσης. Παλιά χρειαζόταν για να υπάρχουν εργατικά χέρια στα χωράφια. Έχει αλλάξει τελείως αυτό το πολιτισμικό και το κοινωνικό μοντέλο και το βλέπουμε. Δεν είναι μόνο ότι δεν κάνουν παιδιά οι γυναίκες που εργάζονται και έχουν πανεπιστημιακή μόρφωση ή ένα υψηλό εκπαιδευτικό επίπεδο, αλλά και γυναίκες που μπορεί να έχουν δουλειές όπως σε σουπερ μάρκετ ή πωλήτριες».
«Τα οικονομικά κίνητρα φαίνεται να μην κάνουν ανάσχεση της τάσης»
Όσον αφορά τα οικονομικά προβλήματα και αν λειτουργούν αποτρεπτικά για τη γέννηση παιδιών, η κ. Μακαντάση ανέφερε: «Το οικονομικό πάντα το δείχνουν και οι δημοκοπικές έρευνες που κάνουμε στον οργανισμό. Το 80% λέει λόγω οικονομικών δυσκολιών. Αυτό προτάσσουν ως πρώτο. Αλλά νομίζω είναι μια επικάλυψη των πραγμάτων, γιατί και τα οικονομικά κίνητρα που μπορεί να βοηθήσουν σε αυτό, φαίνεται να μην κάνουν ανάσχεση όλης αυτής της τάσης. Δηλαδή έχουν θετική συσχέτιση, αλλά έχουν οριακή θετική συσχέτιση. Τα οικονομικά προβλήματα είναι ένα ζήτημα. Όπως το ζήτημα της στέγασης που έχουν οι νέοι και το δηλώνουν σε αυτές τις έρευνες σε προτεραιότητα ως μεγάλο πρόβλημα. Αν κοιτάξει κανείς τον δείκτη τιμών διαμερισμάτων, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, έχει αυξηθεί κατά 35% από το 2018 μέχρι σήμερα. Επίσης το 36% των νοικοκυριών στη χώρα είναι υπερφορτωμένα από το στεγαστικό δάνειο. Οπότε σίγουρα είναι ένα ζήτημα και το οικονομικό, αλλά κατά την άποψή μου είναι ότι έχει αλλάξει το πολιτιστικό μοντέλο ζωής. Δύσκολα μας βλέπω να επανέλθουμε και να κάνουμε τρία παιδιά.
Ακράδαντα πιστεύω και ως οικονομολόγος και εμείς προσπαθούμε να πούμε ότι πρέπει να γίνει αυτή η άσκηση οικονομικής πολιτικής στη χώρα, ότι οι τρίτεκνοι θα πρέπει να εξισωθούν με τους πολύτεκνους. Όταν τα υπερπλεονάσματα πηγαίνουν στις συντάξεις, που δεν λέω όλοι χρειάζονται και η κάθε ομάδα προσπαθεί να διεκδικήσει, αντί να δοθούν ως παροχές στους τρίτεκνους για να εξισωθούν με τους πολύτεκνους και να είναι όντως μια λύση στο Δημογραφικό. Για να το ενισχύσεις. Από το 1,3 ας πάμε στο 1,8 που έχουν άλλες ευρωπαϊκές χώρες».